Στις 18 Απριλίου του 1982, κατά τη διάρκεια ενός συμποσίου του Διεθνούς Συμβουλίου Μνημείων και Τοποθεσιών (ICOMOS) στην Τυνησία, προτάθηκε η ημερομηνία αυτή να αναγνωριστεί ως Παγκόσμια Ημέρα Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Το Νοέμβριο του 1983, η πρόταση υιοθετήθηκε...
από τη Γενική Συνέλευση της UNESCO και πλέον η 18η Απριλίου είναι η ημέρα που χαιρετίζουμε το πολιτιστικό μας παρελθόν. Στην ελληνική επικράτεια υπάρχουν αρκετά πλέον μνημεία, που έχουν χαρακτηριστεί από την UNESCO ως παγκόσμια σύμβολα πολιτιστικής κληρονομιάς. Γνωρίζετε ποια είναι αυτά;
1986: Ναός Επικούριου Απόλλωνα στις Βάσσες
Το 1986, ο ναός του Επικούριου Απόλλωνα στις Βάσσες της Φιγαλείας γίνεται το πρώτο ελληνικό μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Είναι ένας από τους σπουδαιότερους και επιβλητικότερους ναούς της αρχαιότητας, αφιερωμένος στον Απόλλωνα, επειδή όπως λέγεται βοήθησε τους κατοίκους να ξεπεράσουν την πανώλη. Σε ύψος 1.130 μέτρων, στο κέντρο της Πελοποννήσου, ο ναός ανεγέρθηκε το δεύτερο μισό του 5ου αιώνα π.Χ. (420-410 π.Χ) και αποδίδεται στον Ικτίνο, τον αρχιτέκτονα του Παρθενώνα.
Το 1765, ο ναός ταυτίσθηκε από το Γάλλο αρχιτέκτονα J. Bocher και το 1812 διενεργήθηκαν οι πρώτες συστηματικές ανασκαφές από τους: J. Foster, C. R. Cockerell, K. H. von Hallerstein, G. Gropius, J. Linckh, O. M. Stackerlberg, και P. O. Brondsted. Ωστόσο, 2 χρόνια αργότερα τμήμα της ζωφόρου του ναού αποσπάστηκε και σήμερα εκτίθεται στο Βρετανικό Μουσείο στο Λονδίνο.
1987: Δελφοί
Οι Δελφοί, ο ομφαλός της Γης, αναφέρεται από τους ομηρικούς χρόνους με την ονομασία Πυθώ. Διατήρησαν τη σημαντική τους θέση μέχρι τα τέλη του 4ου αιώνα μ.Χ., οπότε δόθηκε οριστικό τέλος στη λειτουργία του μαντείου με διάταγμα του αυτοκράτορα Θεοδοσίου Α΄.
Η ιστορία λέει ότι, οι κάτοικοι του χωριού Καστρί, αρνήθηκαν να μετακινηθούν για να γίνουν οι ανασκαφές και η ευκαιρία να «μετατοπισθεί» το χωριό δόθηκε, όταν αυτό καταστράφηκε μερικώς από σεισμό. Τότε, οι κάτοικοι έδωσαν τον αρχαιολογικό χώρο με αντάλλαγμα ένα νέο χωριό. Το 1893, η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή έφερε στο φως κτίρια του ιερού του Απόλλωνα, όπως επίσης και χιλιάδες αντικειμένων, επιγραφών και γλυπτών.
1987: Ακρόπολη
Ο επιβλητικός βραχώδης λόφος της Ακρόπολης, ύψους 156 μ. από την επιφάνεια της θάλασσας και 70 μ. περίπου από το επίπεδο της πόλης της Αθήνας, είναι απρόσιτος απ’ όλες τις πλευρές εκτός της δυτικής, όπου και βρίσκεται η οχυρή είσοδος, η διακοσμημένη με τα λαμπρά Προπύλαια. Ο λόφος ήταν κατοικημένος από την 3η χιλιετία π.Χ.
Κατά την τουρκοκρατία, η Ακρόπολη έπαθε τις περισσότερες ζημίες. Το 1645 ένας κεραυνός, που έπεσε πάνω στην πυρίτιδα που είχαν τοποθετήσει ι Τούρκοι στην Ακρόπολη, ανατίναξε τα Προπύλαια ενώ το 1687, όταν την πολιορκούσε ο Ενετός Μοροζίνι, μία από τις βόμβες έπεσε πάνω στην πυρίτιδα που ήταν αποθηκευμένη στον Παρθενώνα και κατέστρεψε τον ναό.
Εκτεταμένες καταστροφές προκάλεσε ο Άγγλος λόρδος Έλγιν λίγο πριν από την επανάσταση του 1821, μεταφέροντας στη συνέχεια τη ζωφόρο του Παρθενώνα, μετόπες, αετώματα, μία Καρυάτιδα και έναν κίονα του Ερεχθείου στην Αγγλία. Οι Τούρκοι έλαβαν 35.000 λίρες και οι Αθηναίοι ένα …ρολόι, που στήθηκε στην αρχαία αγορά.
1988: Άθως
Το αυτοδιοίκητο τμήμα του ελληνικού κράτους, το Άγιο Όρος περιλαμβάνει 20 Ιερές Μονές και άλλα μοναστικά ιδρύματα και ανεπίσημα χαρακτηρίζεται ως «Αυτόνομη Μοναστική Πολιτεία».
Αποτελεί το κέντρο του Ορθόδοξου χριστιανικού μοναχισμού και η επικράτηση του ονόματός τους φαίνεται να έγινε κατά το πρώτο μισό του 12ου αιώνα και μάλιστα σε χρυσόβουλο έγγραφο του Αυτοκράτορα Αλέξιου Κομνηνού του Α’, προς την Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας το 1144. «Εφεξής το όνομα του Άθω καλείσθαι Άγιον Όρος παρά πάντων».
Το αυτόνομο καθεστώς του Αγίου Όρους αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά διεθνώς πριν την αναγνώριση της κυριαρχίας του ελληνικού κράτους στη Χαλκιδική, με τη Συνθήκη του Βερολίνου το 1878, η οποία προέβλεπε ότι «οι μοναχοί του Αγίου Όρους, ανεξάρτητα από τη χώρα καταγωγής τους, διατηρούν τις κτήσεις και τα πρότερα πλεονεκτήματά τους και χωρίς καμία εξαίρεση απολαύουν απόλυτη ισότητα δικαιωμάτων και πλεονεκτημάτων».
Το ελληνικό κράτος κύρωσε με το Ν.Δ. 10/16 Σεπτεμβρίου 1926 τον Καταστατικό Χάρτη του Αγίου Όρους, ο οποίος άρχισε να ισχύει το 1927, οπότε και για πρώτη φορά επισημοποιήθηκε η συνταγματική προστασία του καθεστώτος αυτοδιοίκησης του Αγίου Όρους.
1988: Μετέωρα
Το σύμπλεγμα των τεράστιων σκοτεινόχρωμων βράχων, έξω από την Καλαμπάκα, παραμένει ακόμα ένας ανεξιχνίαστος γρίφος, αν και υπάρχουν κάποιες εικασίες περί γεωλογικής μορφοποίησης του εδάφους.
Τα μοναστήρια των Μετεώρων, που είναι χτισμένα στις κορυφές κάποιων από τους βράχους, είναι σήμερα το δεύτερο πλέον σημαντικό μοναστικό συγκρότημα, μετά το Άγιο Όρος, ενώ από τα τριάντα που υπήρξαν ιστορικά, σήμερα λειτουργούν μόνο έξι και τα οποία από το 1988 περιλαμβάνονται στον κατάλογο μνημείων παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO.
1988: Παλαιοχριστιανικά και Βυζαντινά Μνημεία Θεσσαλονίκης
Σημαντικό οικονομικό και πολιτιστικό κέντρο στην ευρύτερη περιοχή της Βαλκανικής χερσονήσου ήδη από τον Μεσαίωνα, η κληρονομιά της Θεσσαλονίκης αντανακλάται στα πολλά μνημεία, ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής αξίας, της περιόδου, που διασώζονται έως και σήμερα. Το 1988, δεκαπέντε μεσαιωνικά μνημεία, που χρονολογούνται από τα Παλαιοχριστιανικά χρόνια (4ος αι. μ.Χ.) έως και την Υστεροβυζαντινή περίοδο (13ος - 14ος αι.) αναγνωρίστηκαν επάξια ως μνημεία παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιας.
1988: Επίδαυρος
Στην ιστορική πόλη της Επιδαύρου, η οποία είναι κτισμένη στους πρόποδες των ορέων Αραχναίο, Κορυφαίο και Τίθιο, γεννήθηκε σύμφωνα με τη μυθολογία ο Ασκληπιός, ο «πατέρας» της ιατρικής.
Το όνομα Επίδαυρος της δόθηκε από τον τρίτο κατά σειρά άρχοντά της, που ήταν και ήρωας της Επιδαύρου, τον Επίδαυρο, ο οποίος σύμφωνα με τον Όμηρο, πήρε μέρος στον Τρωικό Πόλεμο και είχε ως αρχηγούς τον Ποδαλείριο και το Μαχάονα, που ήταν γιοι του Ασκληπιού.
Οι ανασκαφές της Επιδαύρου έγιναν από τον Π. Καββαδία και διήρκεσαν από το 1881 ως το θάνατό του, το 1928. Έπειτα, ανέλαβε η Αρχαιολογική Εταιρεία, ενώ σπουδαίο ρόλο έπαιξε η αφιλοκερδής προσφορά των κατοίκων του Λυγουριού, οι οποίοι εκτός από την εργασία που προσέφεραν, παραχώρησαν αφιλοκερδώς τα κτήματα τους που βρίσκονταν κοντά στον αρχαιολογικό χώρο.
1988: Μεσαιωνική πόλη της Ρόδου
Η μεσαιωνική πόλη της Ρόδου, αναπτύχθηκε χωρίς συγκεκριμένο πολεοδομικό σχεδιασμό γύρω από το φρούριο- ακρόπολη της πόλης, πιθανώς μετά τον σεισμό του 515. Σύμφωνα με τη συνοπτική περιγραφή στην επίσημη σελίδα της UNESCO, οι Οσπιταλιέροι του Αγ. Ιωάννη της Ιερουσαλήμ, είχαν αγοράσει τη Ρόδο και την κατείχαν από το 1309 ως το 1523. Αργότερα η πόλη έπεσε στα χέρια των Τούρκων και έπειτα των Ιταλών, ενώ θεωρείται από τις αρχαιότερες ενεργές μεσαιωνικές πόλεις και σημείο συνάντησης πολιτισμών.
1989: Μυστράς
Ο Μυστράς ήταν Βυζαντινή πολιτεία, μόλις 6 χλμ ΒΔ της Σπάρτης. Σήμερα είναι ερειπωμένος, αν και έχουν αναστηλωθεί ορισμένα κτίσματα. Η ιστορία «της νεκρής πολιτείας» του Μυστρά αρχίζει από τα μέσα του 13ου αιώνα, όταν ολοκληρώθηκε η κατάκτηση της Πελοποννήσου από τους Φράγκους.
Το 1249 ο Γουλιέλμος Β΄ Βιλλαρδουίνος, έκτισε το κάστρο του στην ανατολική πλευρά του Ταϋγέτου, στην κορυφή ενός υψώματος με απότομη και κωνοειδή μορφή, που λεγόταν Μυστράς ή Μυζυθράς λόγω του σχήματός του ή του ονόματος του παλαιότερου ιδιοκτήτη, που λεγόταν Μυζηθράς.
1989: Ολυμπία
Η Ολυμπία, γνωστή ως ο τόπος διεξαγωγής των Ολυμπιακών Αγώνων, φιλοξενούσε το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Δία, το οποίο στην αρχαιότητα θεωρούνταν ένα από τα επτά θαύματα του κόσμου.
Αν και η ανακάλυψη του χώρου έγινε το 1766, δεν υπήρξαν ανασκαφές μέχρι το 1829, οπότε και ξεκίνησαν από την «επιστημονική αποστολή του Μωριά», τους επιστήμονες που συνόδευαν το γαλλικό σώμα στρατού στην εκστρατεία του Μωριά.
Η πρώτη μεγάλη ανασκαφή στην Ολυμπία ξεκίνησε το 1875 χρηματοδοτούμενη από το γερμανικό κράτος και έφερε στο φως ευρήματα, μεταξύ των οποίων η Νίκη της Σαμοθράκης και ο Ερμής του Πραξιτέλη. Συνολικά βρέθηκαν 14.000 αντικείμενα.
Οι ανασκαφές συνεχίστηκαν από το 1908 μέχρι το 1929, αλλά οι εργασίες επισπεύτηκαν το 1936, με αφορμή τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου. Από το 1952 μέχρι το 1966, οι Έμιλ Κούντσε και Χανς Σλάιφ συνέχισαν τις ανασκαφές του 1936, μαζί με τον αρχιτέκτονα Άλφρεντ Μάλβιτς, ενώ από το 1972 ως το 1984, ο Άλφρεντ Μάλβιτς βρήκε στοιχεία και ημερομηνίες από το στάδιο, τάφους και από το Πρυτανείο. Από το 1984 μέχρι το 1996, ο Χέλμουτ Κιριελάϊς συνέχισε τις ανασκαφές στο Πρυτανείο και το Πελόπιον, βρίσκοντας πληροφορίες για την ιστορία του ιερού.
1990: Δήλος
Το υψηλότερο σημείο της Δήλου είναι η κορυφή του λόφου «Κύνθος», που βρίσκεται στο κέντρο του και έχει ύψος 115 μέτρα. Η Δήλος βγήκε από την αφάνεια στα τέλη του 18ου αιώνα, όταν ξεκίνησε η αρχαιολογική έρευνα στο νησί. Οι ανασκαφές ξεκίνησαν το 1873 από την αρχαιολογική σχολή Αθηνών και συνεχίστηκαν την περίοδο από το 1904 μέχρι το 1914. Σημαντική ανασκαφική έρευνα έγινε και στο διάστημα 1958-1975, ενώ το 1990 κηρύχτηκε μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.
1990: Μονή Δαφνίου, Μονή Οσίου Λουκά, Νέα Μονή Χίου
Η Μονή Δαφνίου βρίσκεται στο Χαϊδάρι, 11 χλμ. από το κέντρο της Αθήνας και στο σεισμό του 1999 υπέστη σοβαρές ζημιές. Μέχρι σήμερα είναι κλειστή για το κοινό, λόγω των εργασιών αποκατάστασης. Η μονή ιδρύθηκε τον 6ο αιώνα πάνω στα ερείπια του ναού του Δαφναίου Απόλλωνα, ο οποίος είχε καταστραφεί από του Γότθους το 395. Σήμερα, έχει διασωθεί μόνο ένας από τους κίονες ιωνικού ρυθμού του αρχαίου ναού, ενώ οι υπόλοιποι μεταφέρθηκαν στο Λονδίνο από το Λόρδο Έλγιν.
Η Μονή Οσίου Λουκά είναι χτισμένη στις δυτικές υπώρειες του Ελικώνα, στη Βοιωτία. Αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της μεσοβυζαντινής τέχνης και αρχιτεκτονικής.
Η Νέα Μονή της Χίου είναι στην πραγματικότητα ένα παλαιό ιστορικό μοναστήρι, που ιδρύθηκε το 1042 μ.Χ και είναι γνωστό παγκοσμίως για τα εξαιρετικής τέχνης ψηφιδωτά του.
1992: Πυθαγόρειο και Ηραίον Σάμου
Το Ηραίο είναι παραθαλάσσιος οικισμός στα νότια της Σάμου με 849 κατοίκους στην απογραφή του 2011. Στο Ηραίο της Σάμου βρίσκονται και τα ερείπια του ομώνυμου ναού της αρχαιότητας, ο οποίος ήταν αφιερωμένος στην Ήρα. Χαρακτηριστική εικόνα από το Ηραίο είναι η μια μοναδική κολώνα που παραμένει όρθια.
Το Πυθαγόρειο της Σάμου, χτισμένο στην νοτιοανατολική πλευρά του νησιού, έχει πληθυσμό 1.272 κατοίκων. Μέχρι το 1955 ονομαζόταν Τηγάνι, αλλά μετονομάστηκε σε Πυθαγόρειο απ' τη Διεθνή Οργάνωση Πυθαγορείων, προς τιμή του μεγάλου φιλόσοφου Πυθαγόρα, που καταγόταν από τη Σάμο.
1996: Βεργίνα
Η Βεργίνα έγινε παγκοσμίως γνωστή το 1977, όταν η Πανεπιστημιακή Ανασκαφή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου με τον καθηγητή αρχαιολογίας Μανόλη Ανδρόνικο, ανακάλυψε ανάμεσα στους άλλους τάφους και ένα ταφικό μνημείο, που άνηκε κατά τον Ανδρόνικο στον βασιλιά Φίλιππο Β’, τον πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
1999: Μυκήνες, Τίρυνθα
Πρώτος ο Όμηρος, αναφέρει την πόλη των Μυκηνών, περιγράφοντάς την με τα λόγια «ευρυάγυιαν, πολύχρυσον». Αυτό παρακίνησε τον Ερρίκο Σλήμαν, να σκάψει την ακρόπολη των Μυκηνών, όπου βρήκε τους γνωστούς κάθετους λακκοειδείς τάφους και διάφορα αγγεία σπάνιας τέχνης, δείγματα Μυκηναϊκού πολιτισμού, που αναπτύχθηκε από τα 1600-1100π.Χ.
Το έργο του Σλήμαν συνέχισε ο Χρήστος Τσούντας, από το 1888 για σχεδόν 20 χρόνια, φέρνοντας στο φως το ανάκτορο στην κορυφή της ακρόπολης, καθώς και πλήθος θαλαμοειδών τάφων στην ευρύτερη περιοχή. Αρχαιολογικές ανασκαφές στην πόλη της Τίρυνθας, που πραγματοποιήθηκαν την περίοδο 1884-1885 από τον Ερρίκο Σλήμαν, αποκάλυψαν την αρχαία Τίρυνθα και τα ξακουστά «κυκλώπεια» τείχη της, τα οποία, σύμφωνα με το μύθο, έχτισαν οι ίδιοι οι Κύκλωπες. Στη μυθολογία, αναφέρεται ότι ο βασιλιάς της Τίρυνθας, Ευρυσθέας, διέταξε τους άθλους του Ηρακλή. Η Τίρυνθα καταστράφηκε ολοσχερώς από τους Αργείους τον 5ο αιώνα π.Χ. και ο πληθυσμός της εξορίστηκε.
1999: Χώρα, Ιερά Μονή Αγ. Ιωάννη Θεολόγου και Σπήλαιο της Αποκάλυψης Πάτμου
Η Μονή του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου ιδρύθηκε το 1088 μ.Χ και χτίστηκε στο σημείο, που πιστεύεται τόσο από την καθολική όσο και από την ορθόδοξη εκκλησία, ότι ο απόστολος Ιωάννης έγραψε το Ευαγγέλιο και την Αποκάλυψη, κοντά στο σπήλαιο όπου είχε τα οράματα της Αποκάλυψης.
Το 1088, ο βυζαντινός αυτοκράτορας Αλέξιος Α΄ Κομνηνός, παραχώρησε το νησί της Πάτμου στον μοναχό Χριστόδουλο, ο οποίος ολοκλήρωσε το μεγαλύτερο τμήμα του μοναστηριού τρία χρόνια αργότερα και οχύρωσε το εξωτερικό του, λόγω των απειλών από τους πειρατές και τους Σελτζούκους Τούρκους.
2007 Παλιά πόλη της Κέρκυρας
Η Παλαιά Πόλη της Κέρκυρας με τα δύο φρούριά της, το παλαιό και το νέο, και με ίχνη πολλαπλών επιρροών, βρίσκεται στην είσοδο της Αδριατικής Θάλασσας και κατοικείται από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα.
Λόγω της στρατηγικής θέσης της, εξελίχθηκε σε σημαντικό λιμάνι που προστάτευε το νησί από τις αλλεπάλληλες πολιορκίες. Η Παλαιά Πόλη της Κέρκυρας θεωρείται μία από τις σημαντικότερες οχυρωμένες πόλεις της Μεσογείου.
της Σόφης Ζιώγου
clickatlife.gr