Δεν εκπίπτουν από το φόρο οι δαπάνες πληρωμής σε Κύπρο, Βουλγαρία και Αλβανία
Σοκ στην αγορά προκαλεί διάταξη που έφερε στο νομοσχέδιο για τις 100 δόσεις η κυβέρνηση, με την οποία απειλεί να επιβάλει «δασμό» 26% σε όποια δαπάνη για αγορά από εταιρίες που έχουν την έδρα τους σε χώρες όπως η Κύπρος, η Βουλγαρία ή η Ιρλανδία.
Αν και ισχύει σήμερα παρόμοια διάταξη, αφορά μόνο τις συνδεδεμένες θυγατρικές εταιρίες σε τέτοιες χώρες και όχι οποιαδήποτε άλλη εταιρία των χωρών αυτών.
Ενώ μάλιστα στο νέο σχέδιο νόμου γίνεται η πρόβλεψη ότι ο φόρος 26% που θα παρακρατείται, θα επιστρέφεται τελικώς στην επιχείρηση αν και εφόσον αποδείξει εκ των υστέρων ότι η συναλλαγή ήταν πραγματική, δεν φαίνεται με ποιον μηχανισμό αυτό θα μπορεί να γίνεται αξιόπιστα και γρήγορα, ειδικά σε μια εποχή που οι εισαγωγικές επιχειρήσεις της χώρας αντιμετωπίζουν τραγικό πρόβλημα ρευστότητος και κινδυνεύει να μείνουν εκτός των αγορών!
Ασφυξία
Το πλήγμα που φέρνει η νέα διάταξη, αν δεν υπάρξουν άλλες ευνοϊκότερες ρυθμίσεις κατά την εφαρμογή της, είναι μεγάλο. Το άρθρο 21 του νομοσχεδίου για τις 100 δόσεις, προσθέτει στις μη εκπιπτόμενες δαπάνες των επιχειρήσεων και τις πληρωμές που γίνονται προς χώρες με προνομιακό καθεστώς. Δηλαδή προβλέπει ότι δεν θα εκπίπτουν από τον φόρο στην Ελλάδα οι δαπάνες προς χώρες με προνομιακό καθεστώς φορολόγησης (όπως πχ Κύπρος, Βουλγαρία, Ιρλανδία κ.ά)
Έτσι, όποια ελληνική επιχείρηση αγοράσει προϊόντα από οποιαδήποτε εταιρεία μιας τέτοιας χώρας (ακόμα και αν δεν είναι δική της θυγατρική!) θα υποχρεώνεται στην καταβολή φόρου 26% επί της δαπάνης, ο οποίος θα της επιστρέφεται αζημίως, σε διάστημα δώδεκα μηνών εφόσον αποδείξει προηγουμένως στη φορολογική διοίκηση ότι η συναλλαγή είναι πραγματική!
Δεν εξηγεί όμως πουθενά η νέα διάταξη πώς θα επιστρέφεται και πώς θα πιστοποιείται ότι η συναλλαγή είναι πραγματική. Και αν στόχο έχει μεν τις «ύποπτες» συναλλαγές, επιβαρύνονται με φόρο-δασμό και όλες οι άλλες νόμιμες συναλλαγές από τις χώρες αυτές, με τις οποίες η Ελλάδα έχει και μεγάλες εμπορευματικές σχέσεις.
Στο ίδιο «σακί» νόμιμοι και απατεώνες
Το μέτρο υποτίθεται πως αποσκοπεί στην καταπολέμηση της φοροαποφυγής μέσω τριγωνικών συναλλαγών. Αντικαθιστά παλαιότερη πρόβλεψη του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, σύμφωνα με την οποία δεν εξέπιπταν οι δαπάνες προς συνδεδεμένες θυγατρικές εταιρίες που διατηρούσε μια επιχείρηση σε χώρες με ευνοϊκότερο φορολογικό συντελεστή από ό,τι ισχύει στην Ελλάδα.
Σκοπός ήταν όμως, αν μία επιχείρηση έχει θυγατρική πχ στην Βουλγαρία, όπου ισχύει φόρος 10% αντί 26% όπως στην Ελλάδα, μπορεί να αγοράζει από την δική της θυγατρική εταιρία εμπόρευμα (πχ ξυλεία) που κοστίζει στην πραγματικότητα 1.000 ευρώ, αλλά να το τιμολογεί προς πώληση στη μητρική στην Ελλάδα σε 101.000 ευρώ και έτσι να εμφανίζει μεγάλη εκπιπτόμενη δαπάνη που μειώνει τα κέρδη της και το φόρο που θα πλήρωνε στη χώρα μας (δηλαδή να γλιτώσει 26.000 ευρώ που θα πλήρωνε) ενώ θα φορολογηθεί με μόλις 10% για το υπερκέρδος της στην Βουλγαρία (δηλαδή θα πληρώσει εκεί τελικά μόλις 10.000 ευρώ). Η διαφορά του 16% είναι κέρδος που επιστρέφει στην εταιρία μέσω Βουλγαρίας, λόγω διαφοράς τιμολόγησης.
Τι προβλέπει η νέα διάταξη
Η επίμαχη διάταξη όμως δεν αφορά μόνο τις θυγατρικές αλλά όλες τις επιχειρήσεις και,μάλιστα, χωρών που μετέχουν στην ευρωζώνη ή είναι στον προθάλαμο της ΕΕ.
Πρόκειται για το άρθρο 21 του νομοσχεδίου που ορίζει ότι θεωρούνται σαν μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες «το σύνολο των δαπανών που καταβάλλονται προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που εμπίπτει σε μία από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) Είναι κατά το χρόνο έκδοσης του παραστατικού ή κατά το χρόνο διενέργειας της συναλλαγής φορολογικός κάτοικος σε κράτος μη συνεργάσιμο κατά την έννοια του άρθρου 65 του Κ.Φ.Ε.
(β) Είναι κατά το χρόνο έκδοσης του παραστατικού ή κατά το χρόνο διενέργειας της συναλλαγής φορολογικός κάτοικος σε κράτος που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς σύμφωνα με το άρθρο 65 του Κ.Φ.Ε.
(γ) Είναι συνδεόμενη, εν τοις πράγμασι εταιρεία, χωρίς να έχει συμμορφωθεί πριν τη διενέργεια της συναλλαγής ή την έκδοση του παραστατικού με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται από τον Κώδικα Φορολογικών Διαδικασιών (άρθρο 21 του ν. 4174/2013).
(δ) Δεν διαθέτει στην έδρα της ή σε συνδεδεμένη επιχείρηση την απαιτούμενη οργάνωση και υποδομή για τη διενέργεια – κατ΄ επάγγελμα- ομοειδών συναλλαγών, κατά συνήθεια και επάγγελμα με τη συναλλαγή για την οποία εκδόθηκε το παραστατικό.
Για τις περιπτώσεις γ΄ και δ΄ ο φορολογούμενος οφείλει, προκειμένου να μην εμπίπτει στην μη έκπτωση της δαπάνης, και πριν τη διενέργεια του φορολογικού ελέγχου, να προσκομίσει πλήρη απόδειξη ότι δεν συντρέχουν για τη συγκεκριμένη εταιρεία οι αναφερόμενες συνθήκες.
Για τις περιπτώσεις α΄, β΄, γ’ και δ’, προκειμένου ο φορολογούμενος να μην εμπίπτει στη μη έκπτωση της δαπάνης, θα πρέπει να καταβάλλει παρακρατούμενο φόρο που προκύπτει από τον ισχύον στην Ελλάδα φορολογικό συντελεστή φόρου εισοδήματος για επιχειρηματική δραστηριότητα επί το συνόλου της εν λόγω δαπάνης. Εφόσον εντός δωδεκαμήνου από τη συναλλαγή, ο φορολογούμενος, αποδείξει ότι πρόκειται περί συνήθους συναλλαγής σε τρέχουσες τιμές αγοράς, θα επιστρέφεται αζημίως για το Δημόσιο ο παρακρατηθείς φόρος στο φορολογούμενο».
newmoney.gr