Τα βρίσκουμε αποθηκευμένα στον οργανισμό μας (στα λιποκύτταρα) και μπορούν να μας δώσουν την απαραίτητη ενέργεια όταν χρειασθεί. Δημιουργούνται στο έντερο (από την τροφή) και στο ήπαρ από απλούστερες λιπαρές ενώσεις τα λιπαρά οξέα (το λινολεικό, το λινολενικό , το εικοσοπεντανοικό οξύ κ.ά.).
Το λίπος που περισσεύει, ο οργανισμός μας το αποθηκεύει στην κοιλιά ή κάτω από το δέρμα, για να το χρησιμοποιήσει όταν το χρειασθεί μετατρέποντάς το σε ενέργεια. Επίσης, αποθηκεύει περισσευούμενο λίπος και χοληστερίνη στα αγγεία (αρτηριοσκλήρυνση) και μέσα στα όργανα (π.χ. λιπώδης εκφύλιση ήπατος). Όταν συμβεί αυτό αρχίζουν τα δυσάρεστα…
Τα λίπη και η χοληστερόλη δεν μπορούν να κυκλοφορήσουν στα αγγεία και στο αίμα μας με τη μορφή λίπους (επειδή είναι αδιάλυτα στο νερό, και θα προκαλούσαν εμβολές στα μικρά αγγεία). Έτσι, ενώνονται χημικά με πρωτεΐνες (τις λιποπρωτεΐνες) και μετατρέπονται σε υδατοδιαλυτές ενώσεις. Μπορούν τώρα να κυκλοφορούν στο αίμα, φτάνουν στο ήπαρ, όπου υφίστανται νέα επεξεργασία και μετατρέπονται σε νέες μορφές, και ξαναμπαίνουν στην κυκλοφορία για να φτάσουν στα διάφορα όργανα.
Η χοληστερόλη έπειτα από το ήπαρ μεταφέρεται στο αίμα είτε με τις υψηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνες (- HDL) είτε με τις πολύ χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνες(VLDL), που με τη σειρά τους διασπώνται στις χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνες (- LDL). Το άθροισμα LDL (είναι το 70%) και HDL (το υπόλοιπο 30%) δίνει την ολική χοληστερίνη.
Το 70% περίπου της ολικής χοληστερίνης που κυκλοφορεί στο αίμα μας είναι ενδογενούς προέλευσης, δηλαδή παράγεται από τον οργανισμό μας (από το ήπαρ), ενώ το υπόλοιπο 30% είναι εξωγενούς προέλευσης, δηλαδή το παίρνουμε από την τροφή.
Ο οργανισμός μας έχει τη δυνατότητα να ρυθμίσει το επίπεδα των λιποπρωτεϊνών του (επομένως και τα επίπεδα των λιπιδίων), αυξάνοντας ή μειώνοντας τον ρυθμό παραγωγής του σε λιποπρωτεΐνες. Επίσης, μπορεί να ρυθμίσει την ταχύτητα εισόδου των λιποπρωτεϊνών στην κυκλοφορία του αίματος, καθώς και την απομάκρυνσή τους από την κυκλοφορία του αίματος.
Σκεφθείτε λοιπόν και σημειώστε με μεγάλα γράμματα το πόσο σημαντικό είναι να λειτουργεί «καλά» ο οργανισμός μας. Όπου καλή λειτουργία σημαίνει και καλή ρύθμιση των τιμών της χοληστερίνης.
Οι τιμές γίνονται παθολογικές όταν αποτυγχάνει στη ρύθμιση ο οργανισμός μας λόγω των επιβαρύνσεων και της δυσλειτουργίας του.
Άλλοι επιβαρυντικοί παράγοντες είναι:
1. Γονιδιακές αιτίες (κληρονομική χολιστεριναιμία χαρακτηριζόμενη από μετάλλαξη γονιδίων)
2. Η χρήση ορισμένων φαρμάκων
3. Ο τρόπος διαβίωσης και η διατροφική μας συμπεριφορά (κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων ζωικών λιπών)
4. Η αποφυγή και η έλλειψη σωματικής δραστηριότητας
5. Η αύξηση του σωματικού βάρους πάνω από το φυσιολογικό κ.λπ.
Οι λιποπρωτεΐνες χαμηλής πυκνότητας (LDL) , η λεγόμενη και «κακή χοληστερίνη», μπορεί να εναποτεθεί στα αγγεία, αν η τιμή της είναι υψηλή και να δημιουργήσει αθηρωματώδεις πλάκες και αρτηριοσκλήρυνση, με κατάληξη την κακή κυκλοφορία.
Το υπόλοιπο (30%) οι λιποπρωτεΐνες υψηλής πυκνότητας (HDL) ή λεγόμενη και «καλή χοληστερίνη», μεταφέρονται από τους ιστούς προς το ήπαρ για αποβολή. Στη διαδρομή της προς το ήπαρ έχει την δυνατότητα να αφαιρέσει χοληστερίνη που περισσεύει στους ιστούς και από τα τοιχώματα των αγγείων και να λειτουργήσει προστατευτικά για τον οργανισμό μας, εξ ου και «καλή χοληστερίνη».
Για τον λόγο αυτό τα υψηλά επίπεδα LDL συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο για στεφανιαία νόσο. Ενώ τα υψηλά επίπεδα της HDL (η γυμναστική ή η χειρωνακτική εργασία αυξάνει την τιμή της) προστατεύουν τον οργανισμό από τον κίνδυνο της αθηρωμάτωσης των αγγείων, η οποία έχει ως επακόλουθο τα καρδιακά ή εγκεφαλικά επεισόδια, ενώ τα χαμηλά επίπεδά της αυξάνουν αυτόν τον κίνδυνο.
Ο αθηρωματικός δείκτης, τέλος, είναι το κλάσμα με αριθμητή του την ολική χοληστερίνη του αίματος, ενώ στον παρανομαστή την HDL χοληστερίνη. Φυσιολογικές τιμές μικρότερες του 5-4,5. Για να είναι σωστή χρειάζεται νηστεία 12 περίπου ωρών πριν την εξέταση.
Της Ματίνας Χρονοπούλου, BSc., N.D., PhD, Φυσικοπαθητικού
invitromagazine.gr