Επιμένουν στα δυσοίωνα σενάρια οι Financial Times
«Η στιγμή της αλήθειας για την ευρωζώνη έφτασε», είναι ο δεικτικός τίτλος των Financial Times. Η βρετανική εφημερίδα, φιλοξενώντας άρθρο του οικονομικού αναλυτή της Μάρτιν Γουόλφ, επιμένει ότι το μέλλον της ζώνης του ευρώ είναι ζοφερό.
«Είναι απίθανο η Ελλάδα να ανακτήσει πιστοληπτική φερεγγυότητα», υποστηρίζει ο κ. Γουόλφ. Συνεχίζοντας, αναλύει ότι υπάρχουν τρία ζητήματα για τη διαχείριση της κρίσης στην ευρωζώνη. Το πρώτο αφορά το τι μέγεθος θα έχει η αναδιάρθρωση. Το δεύτερο σχετίζεται με το ποιος πρέπει να αναλάβει το κόστος. Το τρίτο αναφέρεται στο κατά πόσο η αναδιάρθρωση επαρκεί για τη διάσωση της ΟΝΕ.
Σύμφωνα με το πρώτο ζήτημα ο κ. Γουόλφ κάνει την ακόλουθη ανάλυση:
Μέχρι το 2014 το δημόσιο χρέος της Ελλάδας θα φτάσει το 180% του ΑΕΠ, της Ιρλανδίας το 145% του ΑΕΠ και της Πορτογαλίας το 135% του ΑΕΠ. Αυτά τα δεδομένα δημιουργούν έναν ασφυκτικό δημοσιονομικό κλοιό και αυξάνουν το κόστος δανεισμού.
«Ας υποθέσουμε ότι οι χώρες αυτές θα μπορέσουν να δανειστούν σε λογική τιμή σε ιδιωτικές αγορές σε ένα δείκτη ακαθάριστου χρέους κατά 80% του ΑΕΠ. Ας υποθέσουμε, επίσης, ότι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα εξασφαλίσουν ότι το ΔΝΤ δεν θα έχει απώλειες. Στη συνέχεια, η μείωση της αξίας του υπολοίπου του χρέους θα πρέπει να είναι όσο το 65% του ΑΕΠ για την Ελλάδα, το 50% για την Ιρλανδία και το 45% για την Πορτογαλία.
Το σύνολο του «κουρέματος» θα είναι της τάξης των 423 δισ. ευρώ: 224 δισ. για την Ελλάδα, 107 δισ. για την Ιρλανδία και 92 δισ. ευρώ για την Πορτογαλία». Με βάση τα παραπάνω ο οικονομικός αναλυτής συμπεραίνει ότι χωρίς μία μεγάλη αναδιάρθρωση αυτές οι χώρες είναι αδύνατο να δανειστούν με ένα λογικό επιτόκιο.
Σχετικά με το δεύτερο ζήτημα, ο κ. Γουόλφ υποστηρίζει ότι αν το βάρος από την αναδιάρθρωση πέσει στους ιδιώτες, τότε θα υποστούν απώλειες 97% για τα ελληνικά ομόλογα, 63% για τα ιρλανδικά και 60% για τα πορτογαλικά.
Δεδομένου ότι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα επιχειρήσουν να σώσουν τις τράπεζες, η ευρωζώνη θα μετατραπεί σε «ένωση μεταφοράς». Ακόμη όμως και αυτό δεν επαρκεί για να περιορίσει τη δυναμική του χρέους γιατί οι ρυθμοί ανάπτυξης θα κινηθούν σε χαμηλά επίπεδα.
«Οι κίνδυνοι από την ελάφρυνση του χρέους είναι μεγάλοι. Αλλά οι πιθανότητες επιτυχίας είναι κοντά στο μηδέν. Η μείωση των επιτοκίων ή η μείωση των ποσών δεν αμφισβητείται ότι πρέπει να γίνουν, αλλά το πότε», υποστηρίζει ο κ. Γουόλφ. «Η ιστορία των κρίσεων αυτών υποδεικνύει ότι θα πρέπει να γίνει νωρίτερα και όχι αργότερα. Μόνο εάν το χρέος είναι διατηρήσιμο, είναι πιθανό η εμπιστοσύνη να επιστρέψει», συμπλήρωσε.
Ο οικονομικός αναλυτής της βρετανικής εφημερίδας θεωρεί πιθανό οι ηγέτες να οδηγήσουν τις χώρες τους εκτός ευρωζώνης. «Είναι πολύ νωρίς για να το κάνουν. Αλλά αν πρόκειται να υπάρξει οποιαδήποτε πιθανότητα αποφυγής, απαιτείται ρεαλισμός. Σε κάποιο σημείο, η παρούσα αξία του χρέους πρέπει να μειωθεί δραστικά και να δοθεί ελπίδα στο λαό. Διαφορετικά η αποτυχία είναι βέβαια».
«Είναι απίθανο η Ελλάδα να ανακτήσει πιστοληπτική φερεγγυότητα», υποστηρίζει ο κ. Γουόλφ. Συνεχίζοντας, αναλύει ότι υπάρχουν τρία ζητήματα για τη διαχείριση της κρίσης στην ευρωζώνη. Το πρώτο αφορά το τι μέγεθος θα έχει η αναδιάρθρωση. Το δεύτερο σχετίζεται με το ποιος πρέπει να αναλάβει το κόστος. Το τρίτο αναφέρεται στο κατά πόσο η αναδιάρθρωση επαρκεί για τη διάσωση της ΟΝΕ.
Σύμφωνα με το πρώτο ζήτημα ο κ. Γουόλφ κάνει την ακόλουθη ανάλυση:
Μέχρι το 2014 το δημόσιο χρέος της Ελλάδας θα φτάσει το 180% του ΑΕΠ, της Ιρλανδίας το 145% του ΑΕΠ και της Πορτογαλίας το 135% του ΑΕΠ. Αυτά τα δεδομένα δημιουργούν έναν ασφυκτικό δημοσιονομικό κλοιό και αυξάνουν το κόστος δανεισμού.
«Ας υποθέσουμε ότι οι χώρες αυτές θα μπορέσουν να δανειστούν σε λογική τιμή σε ιδιωτικές αγορές σε ένα δείκτη ακαθάριστου χρέους κατά 80% του ΑΕΠ. Ας υποθέσουμε, επίσης, ότι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα εξασφαλίσουν ότι το ΔΝΤ δεν θα έχει απώλειες. Στη συνέχεια, η μείωση της αξίας του υπολοίπου του χρέους θα πρέπει να είναι όσο το 65% του ΑΕΠ για την Ελλάδα, το 50% για την Ιρλανδία και το 45% για την Πορτογαλία.
Το σύνολο του «κουρέματος» θα είναι της τάξης των 423 δισ. ευρώ: 224 δισ. για την Ελλάδα, 107 δισ. για την Ιρλανδία και 92 δισ. ευρώ για την Πορτογαλία». Με βάση τα παραπάνω ο οικονομικός αναλυτής συμπεραίνει ότι χωρίς μία μεγάλη αναδιάρθρωση αυτές οι χώρες είναι αδύνατο να δανειστούν με ένα λογικό επιτόκιο.
Σχετικά με το δεύτερο ζήτημα, ο κ. Γουόλφ υποστηρίζει ότι αν το βάρος από την αναδιάρθρωση πέσει στους ιδιώτες, τότε θα υποστούν απώλειες 97% για τα ελληνικά ομόλογα, 63% για τα ιρλανδικά και 60% για τα πορτογαλικά.
Δεδομένου ότι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα επιχειρήσουν να σώσουν τις τράπεζες, η ευρωζώνη θα μετατραπεί σε «ένωση μεταφοράς». Ακόμη όμως και αυτό δεν επαρκεί για να περιορίσει τη δυναμική του χρέους γιατί οι ρυθμοί ανάπτυξης θα κινηθούν σε χαμηλά επίπεδα.
«Οι κίνδυνοι από την ελάφρυνση του χρέους είναι μεγάλοι. Αλλά οι πιθανότητες επιτυχίας είναι κοντά στο μηδέν. Η μείωση των επιτοκίων ή η μείωση των ποσών δεν αμφισβητείται ότι πρέπει να γίνουν, αλλά το πότε», υποστηρίζει ο κ. Γουόλφ. «Η ιστορία των κρίσεων αυτών υποδεικνύει ότι θα πρέπει να γίνει νωρίτερα και όχι αργότερα. Μόνο εάν το χρέος είναι διατηρήσιμο, είναι πιθανό η εμπιστοσύνη να επιστρέψει», συμπλήρωσε.
Ο οικονομικός αναλυτής της βρετανικής εφημερίδας θεωρεί πιθανό οι ηγέτες να οδηγήσουν τις χώρες τους εκτός ευρωζώνης. «Είναι πολύ νωρίς για να το κάνουν. Αλλά αν πρόκειται να υπάρξει οποιαδήποτε πιθανότητα αποφυγής, απαιτείται ρεαλισμός. Σε κάποιο σημείο, η παρούσα αξία του χρέους πρέπει να μειωθεί δραστικά και να δοθεί ελπίδα στο λαό. Διαφορετικά η αποτυχία είναι βέβαια».
newsbeast.gr