Από τον περίπατο του Νιλ Άρμστρονγκ στο φεγγάρι ως την πρόσληψη της Ανθής Σαλαγκούδη, η ΕΡΤ βρισκόταν ανέκαθεν τη μια στιγμή στο ζενίθ και την άλλη στο ναδίρ…
Όντας για τόσες δεκαετίες μονοπώλιο στην ραδιοτηλεόραση –ή έστω, έχοντας για μοναδικό αντίπαλο την ΥΕΝΕΔ, το ραδιόφωνο και την τηλεόραση του στρατού-, η ΕΡΤ μοιραία, από την εποχή της ΕΙΡ ακόμη, ήταν πάντα εγκλωβισμένη στη σχέση των διοικητών της με την εκάστοτε κυβέρνηση. Ακόμη κι όταν ξεκίνησε η ελεύθερη τηλεόραση στην Ελλάδα, η νοοτροπία δεκαετιών δεν εξαλείφθηκε. Τι κι αν ο κόσμος έβλεπε πια ξεκάθαρα τις διαφορές στο πώς παρουσιάζονταν οι ειδήσεις; Ελάχιστες ήταν οι περίοδοι που η ΕΡΤ είχε μια πιο ελεύθερη φωνή και δεν ακολουθούσε την κομματική γραμμή του κυβερνώντος κόμματος.
Σε όλους τους υπόλοιπους τομείς, ωστόσο, του προγράμματός της, δηλαδή στις πολιτιστικές και αθλητικές της εκπομπές, η κρατική ραδιοφωνία και τηλεόραση έγραφε χρυσές σελίδες. Ήταν οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος: η καλή και η κακή ΕΡΤ, η ΕΡΤ του Χατζιδάκι, του Ελύτη, του Παρασκήνιου και του Θέατρου της Δευτέρας, η ΕΡΤ των βυσμάτων, των ψεύτικων υπερωριών και της Ανθής Σαλαγκούδη, όλα αυτά ήταν ένα. Κανείς δεν κατάφερε ποτέ να ξεχωρίσει την ήρα από το σιτάρι. Ή δεν το θέλησε…
Οι καλύτερες στιγμές
Αλλά ας αρχίσουμε πρώτα από τα καλά. Από τις χρυσές μέρες του ελληνικού ραδιοφώνου (1951 – 1968), όταν διευθυντές του ανέλαβαν ο Οδυσσέας Ελύτης και ο Στρατής Μυριβήλης, όταν ο Δημήτρης Χορν διάβασε κορυφαία μυθιστορήματα της ελληνικής λογοτεχνίας, όταν «ανέβαιναν» ζωντανά στον αέρα σπουδαίες θεατρικές παραστάσεις που ο κάθε ακροατής έκανε εικόνα στο μυαλό του ή όταν ο Μάνος Χατζιδάκις αναμόρφωνε το Τρίτο Πρόγραμμα. Ακόμη πιο πρόσφατα, όταν ιδρυόταν ο KosmosFM, των καλών μουσικών απ’ όλον τον κόσμο, ή όταν η ΕΡΑσπορ κατάφερνε να καλύπτει όλα τα αθλητικά δρώμενα της χώρας.
Και, βέβαια, πάμε και στις σπουδαίες εκπομπές που έγραψαν ιστορία στην ελληνική τηλεόραση. Από το «Συν τριάντα δευτερόλεπτα», με το Μίμη Πλέσσα στο ρόλο του παρουσιαστή, το πρώτο τηλεπαιχνίδι, όπου οι παίχτες έπρεπε να απαντήσουν ερωτήσεις γνώσεων σε τριάντα δευτερόλεπτα και κέρδιζαν δώρα, όπως τρανζιστοράκια…
Ή το «Θέματα λόγου και τέχνης» που ξεκίνησε το 1967, με τη μεγάλη κυρία της ελληνικής τηλεόρασης, Μαρία Καραβία. Ήταν το πρώτο πολιτιστικό μαγκαζίνο και από του στούντιό του πέρασαν μορφές όπως ο Τσαρούχης, η Λαμπέτη και ο Ηλίας Βενέζης.
Πάμε και στη Σελήνη. Στις 20 Ιουλίου του 1969, δηλαδή, όταν ο Νιλ Άρμστρονγκ θα κάνει τον περίπατό του στο φεγγάρι και η ΕΙΡ θα αναμεταδώσει το σήμα της Eurovision. Toδιαφήμιζε για μέρες πριν, με αποτέλεσμα να εκτοξευθούν οι πωλήσεις τηλεοπτικών δεκτών εκείνη την περίοδο. Όλοι ήθελαν να δουν τον άνθρωπο στο διάστημα!
Και, βέβαια, ποιος μπορεί να ξεχάσει την «Αθλητική Κυριακή»; Η πρώτη της εκπομπή προβλήθηκε 2 χρόνια πριν ιδρυθεί επίσημα η ελληνική τηλεόραση! Είναι το μακροβιότερο πρόγραμμα που υπάρχει.
Και το ηχητικό του σήμα ένα σύμβολο της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Το είχε διαλέξει η σύζυγος του θρυλικού Αλέκου Πατσιφά της Lyra, αλλά ποτέ δεν αποκάλυψε ποιος το έγραψε… Για την ιστορία, πριν ονομαστεί «Αθλητική Κυριακή», για ένα μήνα η εκπομπή παιζόταν την Δευτέρα, με παρουσιαστή το Γιάννη Διακογιάννη, και λεγόταν «Αθλητικά Νέα».
Οι δύο εκπομπές, πάντως, που για χρόνια καθήλωναν όλους τους Έλληνες και έκαναν ακόμη και πολλές κινηματογραφικές αίθουσες να κλείσουν αφού δεν είχαν δουλειά, ήταν ο «Άγνωστος Πόλεμος» και «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται» της δεκαετίας του ’70. Και φυσικά, το αγαπημένο σε μεγάλους και παιδιά «Λούνα Παρκ», που παιζόταν από το 1974 ως το 1981 με πρωταγωνιστή τον αξέχαστο Διονύση Παπαγιαννόπουλο.
Οι πολιτικές παρεμβάσεις, η χούντα και τα ρουσφέτια
Δεν ήταν όμως όλα υπέροχα στον κόσμο της ΕΡΤ. Από τα πρώτα της χρόνια ως ΕΙΡ είχε πάντοτε το κράτος και τον στρατό να ελέγχουν τη ροή των ειδήσεών της. Το ελληνικό ραδιόφωνο, βέβαια, δεν ήταν ένα όργανο προπαγάνδας όπως για παράδειγμα στην ναζιστική Γερμανία ή την σταλινική Σοβιετική Ένωση (με εξαίρεση τα χρόνια της Κατοχής, όταν και το ήλεγχαν οι κατακτητές), αλλά οι ειδήσεις και ο τρόπος που αυτές παρουσιάζονταν ήταν πάντοτε αυστηρά ελεγχόμενες από τις αρχές.
Κατ’ αρχάς το ραδιόφωνο ξεκίνησε επί Μεταξά το 1938, όταν ο δικτάτορας επέμενε πως χρειαζόταν ένα μέσο για να περνά τα μηνύματά του στο λαό πιο εύκολα.
Στα πρώτα χρόνια μετά την επανασύστασή του, μετά δηλαδή το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, την διοίκησή του την όριζε ο στρατός. Και τα «χρυσά χρόνια» της ελληνικής ραδιοφωνίας, από το 1951 ως το 1967, παρά την άνθιση των πολιτιστικών εκπομπών, οι ειδήσεις ήταν πάντα ελεγχόμενες και είχαν μια χροιά… αντικομμουνιστική.
Όπως είναι λογικό, όταν ήλθε στην εξουσία η Χούντα, σχεδόν παράλληλα με την ίδρυση της κρατικής τηλεόρασης, η παράδοση συνεχίστηκε και με πολύ χειρότερο τρόπο. Η λογοκρισία άρχισε να κόβει τα πάντα, η ενημέρωση να γίνεται προπαγανδιστική και το ψυχαγωγικό πρόγραμμα τρομερά σοβαροφανές. Η πτώση της ποιότητας των προγραμμάτων ήταν τέτοια που ακόμη και το τόσο επιτυχημένο κρατικό ραδιόφωνο έπεσε σύντομα σε ανυποληψία. Η τηλεόραση πάλι, νέο παιδί τότε, ξεκινούσε με τον χειρότερο τρόπο. Εκεί που θα περίμενε κανείς το νέο μέσο να σαρώσει το παλιό, το ραδιόφωνο απέκτησε μια καινούργια δυναμική χάρη στους πολλούς παράνομους σταθμούς που γεννήθηκαν εκείνα τα χρόνια.
Από τη Μεταπολίτευση και μετά, ο έλεγχος στις ειδήσεις και τις ενημερωτικές εκπομπές μπορεί να χαλάρωσε (χωρίς, βέβαια, να εξαλειφθεί ποτέ), αλλά ένας νέος βραχνάς ήλθε να προστεθεί στα βάρη της ΕΡΤ: το ρουσφέτι. Η δημοσιογραφία έγινε το επάγγελμα που όλο και περισσότεροι νέοι ήθελαν να ακολουθήσουν, αλλά οι θέσεις δεν ήταν πολλές. Όποιος είχε άκρη σε κάποιον Υπουργό, μπορούσε πάντα να ελπίζει σε μια θέση στην ΕΡΤ. Καλός μισθός, λίγη δουλειά και ανοχή να δουλεύεις και σε άλλο μέσο…
Οι διορισμοί έδιναν και έπαιρναν με την κάθε αλλαγή κυβέρνησης. Μαζί άλλαζαν και οι διοικήσεις της υπηρεσίας, ώστε τα χνώτα τους να ταιριάζουν πάντα με των κυβερνώντων. Δεν ήταν, όμως, μόνο οι διορισμοί. Η κατάσταση άρχισε να ξεφεύγει, όταν οι διοικητές συνειδητοποιούσαν ότι είχαν τα χέρια τους την κότα που κάνει τα χρυσά αυγά. Η κύρια πηγή εσόδων της ΕΡΤ είναι το ανταποδοτικό τέλος που οι Έλληνες πληρώνουν μέσω ΔΕΗ. Ακόμη και κανείς να μην έβλεπε ή άκουγε τα προγράμματά της, άρα κανείς διαφημιζόμενος να μην ενδιαφερόταν να πληρώσει για να βάλει την διαφήμισή του στις εκπομπές της, η ΕΡΤ θα συνέχιζε να έχει τεράστια έσοδα. Και οι διοικητές, γνωρίζοντας ότι όταν αλλάξει κυβέρνηση θα αλλάξουν κι αυτοί θέση, χωρίς κανείς να τους καταλογίσει τίποτε για τα πεπραγμένα τους, έστηναν ο καθένας το δικό του πάρτυ με τους κολλητούς του.
Εκπομπές που κόστιζαν το δεκαπλάσιο απ’ όσο άξιζαν, παραγωγές που ξεκινούσαν, αλλά ποτέ δεν έβγαιναν στον αέρα, παράλογες υπερωρίες που ποτέ κανείς δεν ήλεγχε αν ήταν αληθινές και, βέβαια, αναβαθμίσεις ημετέρων αντί αυτών που αξίζουν. Ακόμη και στην ύστατη ώρα της, η ΕΡΤ ήταν ο περίγελως του κλάδου, με την διαβόητη πρόσληψη και εκπομπή της Ανθής Σαλαγκούδη, που εμφανώς δεν είχε τα προσόντα για να βγαίνει στο γυαλί, αλλά που ο μπαμπάς της είχε την ισχύ να την επιβάλει…
newsbomb.gr
Όντας για τόσες δεκαετίες μονοπώλιο στην ραδιοτηλεόραση –ή έστω, έχοντας για μοναδικό αντίπαλο την ΥΕΝΕΔ, το ραδιόφωνο και την τηλεόραση του στρατού-, η ΕΡΤ μοιραία, από την εποχή της ΕΙΡ ακόμη, ήταν πάντα εγκλωβισμένη στη σχέση των διοικητών της με την εκάστοτε κυβέρνηση. Ακόμη κι όταν ξεκίνησε η ελεύθερη τηλεόραση στην Ελλάδα, η νοοτροπία δεκαετιών δεν εξαλείφθηκε. Τι κι αν ο κόσμος έβλεπε πια ξεκάθαρα τις διαφορές στο πώς παρουσιάζονταν οι ειδήσεις; Ελάχιστες ήταν οι περίοδοι που η ΕΡΤ είχε μια πιο ελεύθερη φωνή και δεν ακολουθούσε την κομματική γραμμή του κυβερνώντος κόμματος.
Σε όλους τους υπόλοιπους τομείς, ωστόσο, του προγράμματός της, δηλαδή στις πολιτιστικές και αθλητικές της εκπομπές, η κρατική ραδιοφωνία και τηλεόραση έγραφε χρυσές σελίδες. Ήταν οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος: η καλή και η κακή ΕΡΤ, η ΕΡΤ του Χατζιδάκι, του Ελύτη, του Παρασκήνιου και του Θέατρου της Δευτέρας, η ΕΡΤ των βυσμάτων, των ψεύτικων υπερωριών και της Ανθής Σαλαγκούδη, όλα αυτά ήταν ένα. Κανείς δεν κατάφερε ποτέ να ξεχωρίσει την ήρα από το σιτάρι. Ή δεν το θέλησε…
Οι καλύτερες στιγμές
Αλλά ας αρχίσουμε πρώτα από τα καλά. Από τις χρυσές μέρες του ελληνικού ραδιοφώνου (1951 – 1968), όταν διευθυντές του ανέλαβαν ο Οδυσσέας Ελύτης και ο Στρατής Μυριβήλης, όταν ο Δημήτρης Χορν διάβασε κορυφαία μυθιστορήματα της ελληνικής λογοτεχνίας, όταν «ανέβαιναν» ζωντανά στον αέρα σπουδαίες θεατρικές παραστάσεις που ο κάθε ακροατής έκανε εικόνα στο μυαλό του ή όταν ο Μάνος Χατζιδάκις αναμόρφωνε το Τρίτο Πρόγραμμα. Ακόμη πιο πρόσφατα, όταν ιδρυόταν ο KosmosFM, των καλών μουσικών απ’ όλον τον κόσμο, ή όταν η ΕΡΑσπορ κατάφερνε να καλύπτει όλα τα αθλητικά δρώμενα της χώρας.
Και, βέβαια, πάμε και στις σπουδαίες εκπομπές που έγραψαν ιστορία στην ελληνική τηλεόραση. Από το «Συν τριάντα δευτερόλεπτα», με το Μίμη Πλέσσα στο ρόλο του παρουσιαστή, το πρώτο τηλεπαιχνίδι, όπου οι παίχτες έπρεπε να απαντήσουν ερωτήσεις γνώσεων σε τριάντα δευτερόλεπτα και κέρδιζαν δώρα, όπως τρανζιστοράκια…
Ή το «Θέματα λόγου και τέχνης» που ξεκίνησε το 1967, με τη μεγάλη κυρία της ελληνικής τηλεόρασης, Μαρία Καραβία. Ήταν το πρώτο πολιτιστικό μαγκαζίνο και από του στούντιό του πέρασαν μορφές όπως ο Τσαρούχης, η Λαμπέτη και ο Ηλίας Βενέζης.
Πάμε και στη Σελήνη. Στις 20 Ιουλίου του 1969, δηλαδή, όταν ο Νιλ Άρμστρονγκ θα κάνει τον περίπατό του στο φεγγάρι και η ΕΙΡ θα αναμεταδώσει το σήμα της Eurovision. Toδιαφήμιζε για μέρες πριν, με αποτέλεσμα να εκτοξευθούν οι πωλήσεις τηλεοπτικών δεκτών εκείνη την περίοδο. Όλοι ήθελαν να δουν τον άνθρωπο στο διάστημα!
Και, βέβαια, ποιος μπορεί να ξεχάσει την «Αθλητική Κυριακή»; Η πρώτη της εκπομπή προβλήθηκε 2 χρόνια πριν ιδρυθεί επίσημα η ελληνική τηλεόραση! Είναι το μακροβιότερο πρόγραμμα που υπάρχει.
Και το ηχητικό του σήμα ένα σύμβολο της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Το είχε διαλέξει η σύζυγος του θρυλικού Αλέκου Πατσιφά της Lyra, αλλά ποτέ δεν αποκάλυψε ποιος το έγραψε… Για την ιστορία, πριν ονομαστεί «Αθλητική Κυριακή», για ένα μήνα η εκπομπή παιζόταν την Δευτέρα, με παρουσιαστή το Γιάννη Διακογιάννη, και λεγόταν «Αθλητικά Νέα».
Οι δύο εκπομπές, πάντως, που για χρόνια καθήλωναν όλους τους Έλληνες και έκαναν ακόμη και πολλές κινηματογραφικές αίθουσες να κλείσουν αφού δεν είχαν δουλειά, ήταν ο «Άγνωστος Πόλεμος» και «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται» της δεκαετίας του ’70. Και φυσικά, το αγαπημένο σε μεγάλους και παιδιά «Λούνα Παρκ», που παιζόταν από το 1974 ως το 1981 με πρωταγωνιστή τον αξέχαστο Διονύση Παπαγιαννόπουλο.
Οι πολιτικές παρεμβάσεις, η χούντα και τα ρουσφέτια
Δεν ήταν όμως όλα υπέροχα στον κόσμο της ΕΡΤ. Από τα πρώτα της χρόνια ως ΕΙΡ είχε πάντοτε το κράτος και τον στρατό να ελέγχουν τη ροή των ειδήσεών της. Το ελληνικό ραδιόφωνο, βέβαια, δεν ήταν ένα όργανο προπαγάνδας όπως για παράδειγμα στην ναζιστική Γερμανία ή την σταλινική Σοβιετική Ένωση (με εξαίρεση τα χρόνια της Κατοχής, όταν και το ήλεγχαν οι κατακτητές), αλλά οι ειδήσεις και ο τρόπος που αυτές παρουσιάζονταν ήταν πάντοτε αυστηρά ελεγχόμενες από τις αρχές.
Κατ’ αρχάς το ραδιόφωνο ξεκίνησε επί Μεταξά το 1938, όταν ο δικτάτορας επέμενε πως χρειαζόταν ένα μέσο για να περνά τα μηνύματά του στο λαό πιο εύκολα.
Στα πρώτα χρόνια μετά την επανασύστασή του, μετά δηλαδή το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, την διοίκησή του την όριζε ο στρατός. Και τα «χρυσά χρόνια» της ελληνικής ραδιοφωνίας, από το 1951 ως το 1967, παρά την άνθιση των πολιτιστικών εκπομπών, οι ειδήσεις ήταν πάντα ελεγχόμενες και είχαν μια χροιά… αντικομμουνιστική.
Όπως είναι λογικό, όταν ήλθε στην εξουσία η Χούντα, σχεδόν παράλληλα με την ίδρυση της κρατικής τηλεόρασης, η παράδοση συνεχίστηκε και με πολύ χειρότερο τρόπο. Η λογοκρισία άρχισε να κόβει τα πάντα, η ενημέρωση να γίνεται προπαγανδιστική και το ψυχαγωγικό πρόγραμμα τρομερά σοβαροφανές. Η πτώση της ποιότητας των προγραμμάτων ήταν τέτοια που ακόμη και το τόσο επιτυχημένο κρατικό ραδιόφωνο έπεσε σύντομα σε ανυποληψία. Η τηλεόραση πάλι, νέο παιδί τότε, ξεκινούσε με τον χειρότερο τρόπο. Εκεί που θα περίμενε κανείς το νέο μέσο να σαρώσει το παλιό, το ραδιόφωνο απέκτησε μια καινούργια δυναμική χάρη στους πολλούς παράνομους σταθμούς που γεννήθηκαν εκείνα τα χρόνια.
Από τη Μεταπολίτευση και μετά, ο έλεγχος στις ειδήσεις και τις ενημερωτικές εκπομπές μπορεί να χαλάρωσε (χωρίς, βέβαια, να εξαλειφθεί ποτέ), αλλά ένας νέος βραχνάς ήλθε να προστεθεί στα βάρη της ΕΡΤ: το ρουσφέτι. Η δημοσιογραφία έγινε το επάγγελμα που όλο και περισσότεροι νέοι ήθελαν να ακολουθήσουν, αλλά οι θέσεις δεν ήταν πολλές. Όποιος είχε άκρη σε κάποιον Υπουργό, μπορούσε πάντα να ελπίζει σε μια θέση στην ΕΡΤ. Καλός μισθός, λίγη δουλειά και ανοχή να δουλεύεις και σε άλλο μέσο…
Οι διορισμοί έδιναν και έπαιρναν με την κάθε αλλαγή κυβέρνησης. Μαζί άλλαζαν και οι διοικήσεις της υπηρεσίας, ώστε τα χνώτα τους να ταιριάζουν πάντα με των κυβερνώντων. Δεν ήταν, όμως, μόνο οι διορισμοί. Η κατάσταση άρχισε να ξεφεύγει, όταν οι διοικητές συνειδητοποιούσαν ότι είχαν τα χέρια τους την κότα που κάνει τα χρυσά αυγά. Η κύρια πηγή εσόδων της ΕΡΤ είναι το ανταποδοτικό τέλος που οι Έλληνες πληρώνουν μέσω ΔΕΗ. Ακόμη και κανείς να μην έβλεπε ή άκουγε τα προγράμματά της, άρα κανείς διαφημιζόμενος να μην ενδιαφερόταν να πληρώσει για να βάλει την διαφήμισή του στις εκπομπές της, η ΕΡΤ θα συνέχιζε να έχει τεράστια έσοδα. Και οι διοικητές, γνωρίζοντας ότι όταν αλλάξει κυβέρνηση θα αλλάξουν κι αυτοί θέση, χωρίς κανείς να τους καταλογίσει τίποτε για τα πεπραγμένα τους, έστηναν ο καθένας το δικό του πάρτυ με τους κολλητούς του.
Εκπομπές που κόστιζαν το δεκαπλάσιο απ’ όσο άξιζαν, παραγωγές που ξεκινούσαν, αλλά ποτέ δεν έβγαιναν στον αέρα, παράλογες υπερωρίες που ποτέ κανείς δεν ήλεγχε αν ήταν αληθινές και, βέβαια, αναβαθμίσεις ημετέρων αντί αυτών που αξίζουν. Ακόμη και στην ύστατη ώρα της, η ΕΡΤ ήταν ο περίγελως του κλάδου, με την διαβόητη πρόσληψη και εκπομπή της Ανθής Σαλαγκούδη, που εμφανώς δεν είχε τα προσόντα για να βγαίνει στο γυαλί, αλλά που ο μπαμπάς της είχε την ισχύ να την επιβάλει…
newsbomb.gr